Φορολογία κρυπτονομισμάτων στο εξωτερικό και στην Ελλάδα
Φορολογία κρυπτονομισμάτων στο εξωτερικό και στην Ελλάδα
Τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μία σταθερή αύξηση της χρήσης των κρυπτονομισμάτων στις συναλλαγές μεταξύ ιδιωτών. Σήμερα, χρησιμοποιούνται ευρέως όχι μόνο ως μέθοδος πληρωμής, αλλά και ως επενδυτικά μέσα. Παρά το γεγονός πως τα κρυπτονομίσματα δεν έχουν αναγνωρισθεί στις περισσότερες χώρες ως νομίσματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις συναλλαγές, μερικές φορολογικές αρχές έχουν αναγνωρίσει τη σημασία τους και ήδη εφαρμόζουν ειδικές φορολογικές ρυθμίσεις για αυτά.
ΗΠΑ
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Εσωτερική Υπηρεσία Εσόδων (IRS) θεωρεί τα κρυπτονομίσματα «ιδιοκτησία». Σε νομικό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα υπόκεινται σε φόρο κερδών από κεφάλαιο, είτε με βραχυπρόθεσμο ποσοστό κερδών, είτε με μακροπρόθεσμο ποσοστό κερδών από κεφάλαιο ανάλογα με το πόσο καιρό διατηρήθηκαν τα κρυπτονομίσματα πριν καταστούν κερδοφόρα.
Ευρωπαϊκή Ένωση
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση C-264/14 έθεσε τις βάσεις για τον φορολογικό χειρισμό των κρυπτονομισμάτων όσον αφορά τον ΦΠΑ. Πριν τη σχετική απόφαση, υπήρχε διαφωνία μεταξύ των Κρατών Μελών για το αν τα κρυπτονομίσματα πρέπει να θεωρούνται ως συνάλλαγμα, διαπραγματεύσιμος τίτλος ή ψηφιακό προϊόν. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάσισε ότι τα κρυπτονομισμάτα αποτελούν συνάλλαγμα, γιατί ο κύριος σκοπός τους είναι να χρησιμοποιούνται ως μέσο πληρωμής και έκρινε ότι οι συναλλαγές ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων με συμβατικά νομίσματα, αλλά και το αντίθετο, θεωρούνται ως παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με το Άρθρο 2(1) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, οι οποίες είναι εξαιρούμενες σύμφωνα με το Άρθρο 135(1)(e).
Αν και η αγορά και η πώληση κρυπτονομισμάτων δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ, οι συναλλαγές σε κρυπτονομίσματα ενδέχεται να υπόκεινται σε άλλους φόρους, όπως φόροι επί κερδών κεφαλαίου ή εισοδήματος. Η φορολογική μεταχείριση των κρυπτονομισμάτων για φορολογικούς σκοπούς διαφέρει ανάλογα με την κάθε χώρα της ΕΕ.
Βρετανία
Οι περισσότερες συναλλαγές εξαιρούνται από τέλη προστιθέμενου φόρου, ωστόσο η Βρετανική εφορία έχει κατηγοριοποιήσει τα κρυπτονομίσματα ως περιουσιακό στοιχείο και όχι ως νόμισμα. Αυτό σημαίνει ότι τα κρυπτονομίσματα υπόκεινται είτε σε φόρο εισοδήματος είτε φόρο κεφαλαιακών κερδών ανάλογα τις περιστάσεις
Η παραγωγή νομίσματος σαν μέρος επιχειρηματικής δραστηριότητας υπάγεται σε εταιρικό φόρο, ενώ για την περίπτωση που κάποιος επενδύει ατομικά σε κρυπτονομίσματα, υπόκειται σε φόρο κερδών από κεφάλαιο σε οποιαδήποτε κέρδη προέλθουν από τις εν λόγω επενδύσεις.
Γερμανία
Όπως και στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία δεν εφαρμόζει προστιθέμενο φόρο στα κρυπτονομίσματα. Τα κρυπτονομίσματα έχουν θεωρηθεί από τις γερμανικές αρχές ως ένα είδος ιδιωτικού χρήματος από το 2013.
Παρά το γεγονός ότι το Bitcoin υπόκειται σε φόρο κεφαλαιουχικών κερδών στη Γερμανία, ο φόρος αυτός επιβάλλεται μόνο αν τα κέρδη από κρυπτονομίσματα αποκτήθηκαν εντός ενός έτους από την απόκτηση τους. Έτσι, οι φορολογούμενοι, οι οποίοι κατέχουν κρυπτονομίσματα για περισσότερο από έναν χρόνο, δεν θα υπόκεινται σε φόρο κεφαλαιουχικών κερδών και οι συναλλαγές τους, θα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της μη υποκείμενης στον φόρο «ιδιωτικής πώλησης».
Ιαπωνία
Στην Ιαπωνία, τα κρυπτονομίσματα αναγνωρίζονται επίσημα ως μέσο πληρωμής. Η πώληση των κρυπτονομισμάτων απαλλάσσεται από τον φόρο κατανάλωσης από την 1η Ιουλίου 2017, ενώ έως το σημείο εκείνο υπόκειτο σε φόρο κατανάλωσης 8%.
Τα κρυπτονομίσματα αντιμετωπίζονται ως “αξίες περιουσιακών στοιχείων” που “μπορεί να χρησιμοποιηθούν για πληρωμές και μπορούν να μεταφερθούν ψηφιακά”. Έτσι, στην Ιαπωνία, τα κέρδη που αποκτήθηκαν από τη διαπραγμάτευση κρυπτονομισμάτων θεωρούνται ως έσοδα και υπόκεινται σε όλα τα παραδοσιακά μοντέλα φορολογίας, όπως φόρος εισοδήματος, φόρος κεφαλαιουχικών κερδών και εταιρικός φόρος.
Αυστραλία
Στην Αυστραλία, οι συναλλαγές με τη χρήση κρυπτονομισμάτων εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των συμφωνιών ανταλλαγής. Οι φορολογικές αρχές της Αυστραλίας θεωρούν πως τα κρυπτονομίσματα δεν είναι χρήματα ή ξένο νόμισμα, αλλά ένα περιουσιακό στοιχείο με σκοπό κεφαλαιουχικών κερδών. Οι επιχειρήσεις που διενεργούν συναλλαγές σε κρυπτονομίσματα στην Αυστραλία θα πρέπει κανονικά να τεκμηριώσουν και να καταγράψουν την ημερομηνία των συναλλαγών. Οι επιχειρήσεις που λαμβάνουν πληρωμές σε κρυπτονομίσματα πρέπει να δηλώσουν την αξία τους σε δολάρια Αυστραλίας ως τακτικό εισόδημα.
Από την άλλη πλευρά, οι συναλλαγές με κρυπτονομίσματα για προσωπικούς σκοπούς απαλλάσσονται από τη φορολογία, υπό δύο προϋποθέσεις, δηλαδή, α) αν το κρυπτονόμισμα χρησιμοποιήθηκε ως πληρωμή για αγαθά και υπηρεσίες για προσωπική χρήση, και β) αν η αξία της συναλλαγής είναι χαμηλότερη από 10.000 δολάρια Αυστραλίας. Παραγωγή και ανταλλαγή κρυπτονομισμάτων για επαγγελματικούς σκοπούς στην Αυστραλία θεωρούνται χρηματιστηριακή συναλλαγή και φορολογούνται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις.
Ελλάδα
Στην Ελλάδα η δυνατότητα πληρωμής φόρων κρυπτονομισμάτων εξετάσθηκε από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, όπως φαίνεται και από το Επιχειρησιακό της Σχέδιο για το 2019, ενώ ταυτόχρονα σχεδιάζεται και η φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων ως “επένδυση χαρτοφυλακίου” με φόρο 15%, όπως στις μετοχές.
Ειδικότερα στο κεφάλαιο «ψηφιακές πλατφόρμες και ηλεκτρονικά συστήματα πληρωμών», η ΑΑΔΕ αναφέρει ότι «μεγάλες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η φορολογική αρχή σε νέες, με παγκόσμια εμβέλεια, ψηφιακές πλατφόρμες εμπορίας ή παροχής υπηρεσιών και συστήματα πληρωμών σε επίπεδο ανταγωνισμού και φορολογικών εσόδων».
Προσθέτει δε ότι, «η χρήση κρυπτονομισμάτων (Bitcoin, Ethereum, Ripple, κ.α.) στο εξωτερικό έχει ξεκινήσει ακόμη και από φορολογούμενους για την αποπληρωμή των φορολογικών τους υποχρεώσεων».
Αυτό σημαίνει ότι το προσεχές διάστημα η φορολογική Αρχή θα κληθεί να αντιμετωπίσει τη νέα τάση συναλλαγών με ψηφιακό χρήμα που υπάρχει μέσω διαδικτύου, αλλά και να προτείνει τη θεσμοθέτηση της φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων και ως επένδυση χαρτοφυλακίου.
Παρά το γεγονός ότι δεν έχει θεσμοθετηθεί η απαιτούμενη φορολογική νομοθεσία, οι Έλληνες φορολογούμενοι θα πρέπει να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικοί στην περίπτωση που εισέπραξαν μεγάλα ποσά από κρυπτονομίσματα μέσω εμβασμάτων, ιδίως αν τα χρήματα αυτά εμφανίζονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους.